Μια διαταραχή άρθρωσης αναφέρεται στις δυσκολίες των κινήσεων για την παραγωγή ομιλίας ή σε μία ανικανότητα στην παραγωγή συγκεκριμένων ήχων της ομιλίας (ASHA, 2008).
Μια φωνολογική διαταραχή αναφέρεται σε μια βλάβη στην κατανόηση του συστήματος των ήχων της γλώσσας και των κανόνων που ορίζουν τους συνδυασμούς των ήχων (ASHA, 2008).
Η λεκτική δυσπραξία έχει οριστεί ως μια διαταραχή στην ικανότητα «προγραμματισμού, συντονισμού, και ακολουθίας των στοιχείων της ομιλίας» (Jaffee, 1984). Η αναπτυξιακή λεκτική δυσπραξία είναι διαταραχή παραγωγής της ομιλίας, μερικές φορές με νευρολογική βάση.
Πώς συσχετίζεται όμως, η φωνολογική επίγνωση των παιδιών με διαταραχές ομιλίας;
Σαν ομάδα, τα παιδιά με βλάβη στην παραγωγή της ομιλίας διατρέχουν κίνδυνο στο να εκδηλώσουν δυσκολίες στην φωνολογική επίγνωση. Αυτό ωστόσο, δεν σημαίνει πως όλα τα παιδιά με προβλήματα ομιλίας θα αντιμετωπίσουν δυσκολίες στη φωνολογική επίγνωση. Τα παιδιά με διαταραχές ομιλίας έχουν συγκεκριμένα ελλείμματα στους φωνολογικούς κανόνες και είναι επιρρεπή στο να αντιμετωπίσουν δυσκολίες στη φωνολογική επίγνωση (Bird, Bishop&Freeman1995; Webster & Plante, 1992,1995 όπ. αναφ. στο Bernthal&Bankson, 2004). Επίσης, μερικά παιδιά με διαταραχή ομιλίας έχουν ελλείμματα στις φωνολογικές αναπαραστάσεις σε σχέση με τα παιδιά τυπικής ανάπτυξης λόγου και ομιλίας ( Carroll&Snowling,2004; Sutherland & Gillon, 2005 όπ. αναφ. στο McNeil, Gillon, Dodd,2009). Η πρόσβαση σε ευδιάκριτες φωνολογικές αναπαραστάσεις των λεξιλογικών στοιχείων φαίνεται να είναι κρίσιμη για την ανάπτυξη της φωνολογικής επίγνωσης.
Μια πρόσφατη έρευνα των Preston και Edwards (2010 όπ. αναφ. στο Preston, Hull & Edwards, 2013) απέδειξε ότι τα παιδιά προσχολικής ηλικίας με πολλά μη σταθερά λάθη στην ομιλία τους είναι πιο πιθανό να έχουν μεγαλύτερες δυσκολίες στη φωνολογική επίγνωση από τα παιδιά που κάνουν λιγότερα μη σταθερά λάθη. Αυτό μπορεί να οφείλεται και σε ελλείμματα στις φωνολογικές αναπαραστάσεις αυτών των παιδιών.
Τα παιδιά με προβλήματα ομιλίας που είναι περισσότερο αρθρωτικά παρά φωνολογικά συνήθως, δεν παρουσιάζουν προβλήματα στη φωνολογική επίγνωση (Bishop &Adams 1990; Catts,1993; Levi, Capozzi, Fabrizi & Sechi, 1982 όπ. αναφ. στο Bernthal & Bankson, 2004). Ο Catts (1993) για παράδειγμα, βρήκε πως παιδιά της 1ης Δημοτικού με αρθρωτικά προβλήματα απέδωσαν παρόμοια ποσοστά με τα παιδιά τυπικής ανάπτυξης σε δοκιμασίες φωνολογικής επίγνωσης.
Ο Crary (1984, όπ. αναφ. στο Marquardt, Sussman, Snow&Jacks, 2002) παρατήρησε ότι τα παιδιά με δυσπραξία επιδεικνύουν ελλείμματα στον έλεγχο της συλλαβικής δομής (απαλοιφή τελικού συμφώνου, απλοποίηση συμφωνικού συμπλέγματος, απαλοιφή συλλαβής και αναδιπλασιασμός συλλαβής).
Η επόμενη έρευνα πραγματοποιήθηκε από τους Marquardt, Sussman, Snow &Jacks (2002) με σκοπό την ακεραιότητα της συλλαβής στην αναπτυξιακή λεκτική δυσπραξία. Συμμετείχαν 6 παιδιά ηλικίας 6-8 ετών εκ των οποίων τα 3 είχαν χαρακτηριστικά συμπτώματα δυσπραξίας (μειωμένο φωνητικό ρεπερτόριο, ασυνεπή λάθη, δυσκολίες στην αλληλουχία συλλαβών, καθυστέρηση εκφραστικού λόγου και ελλείμματα στην προσωδία) και τα άλλα 3 ήταν τυπικής ανάπτυξης. Τα παιδιά είχαν κάνει θεραπεία για τουλάχιστον 3 χρόνια. Η έρευνα αυτή έδειξε πως τα παιδιά με δυσπραξία είχαν ελλείμματα τόσο στην συλλαβική επίγνωση όσο και στη φωνητική επίγνωση. Επίσης, φάνηκε πώς η επίδοση τους επηρεάστηκε από τη σοβαρότητα της διαταραχής τους.
Μεταγενέστερη έρευνα των McNeil, Gillon & Dodd (2009) συνέκρινε τη φωνολογική επίγνωση παιδιών 4-7 ετών με δυσπραξία και φωνολογική διαταραχή με μη σταθερά λάθη. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι τα παιδιά με δυσπραξία είχαν κατώτερες ικανότητες φωνολογικής επίγνωσης από τα παιδιά με φωνολογική διαταραχή με μη σταθερά λάθη και προφανώς από τα παιδιά τυπικής ανάπτυξης. Στη δοκιμασία που απαιτούσε πρόσβαση στις φωνολογικές αναπαραστάσεις των λέξεων (κρίση της ορθότητας ή μη κατά την παραγωγή πολυσύλλαβων λέξεων) η επίδοση ήταν χαμηλότερη του φυσιολογικού και στις δυο ομάδες παιδιών.
Καταλήγοντας, συμπεραίνουμε πως τα παιδιά με φωνολογική διαταραχή παρουσιάζουν δυσκολίες στη φωνολογική επίγνωση ιδιαίτερα σε δοκιμασίες που απαιτείται πρόσβαση στις φωνολογικές αναπαραστάσεις, ενώ τα παιδιά με δυσκολίες στην άρθρωση φαίνεται πως ανταποκρίνονται όπως και τα παιδιά τυπικής ανάπτυξης. Τέλος, τα παιδιά με λεκτική δυσπραξία έχουν τις χαμηλότερες επιδόσεις συγκριτικά με τα παραπάνω παιδιά, καθώς υπάρχει δυσκολία στον προγραμματισμό, συντονισμό και την εκτέλεση των στοιχείων της ομιλίας, ειδικότερα με την αύξηση της πολυπλοκότητάς τους.
Βιβλιογραφία
Bankson, N.W.,& Bernathal, J.E., (2004). Articulation and Phonological Disorders 5th Edition. Englewood Cliffs,Prentice- Hall.
Mc Neil, B.C., Gillon, G., & Dodd, B., (2009). Phonological awareness and early reading development in childhood apraxia of speech (CAS). International Journal of Language & Communication Disorders. Vol. 44, No. 2, pp.175-192. doi: 10.1080/13682820801997353
Marquardt, T.P., Sussman, H.M., Snow, T., & Jacks, A., (2002). The integrity of the syllable in developmental apraxia of speech. Journal of Communication Disorders. 35, pp. 31-49
Preston, J.L., Hull, M., & Edwards, M.L., (2013). Preschool Speech Error Patterns Predict Articulation and Phonological Awareness Outcomes in Children with histories of Speech Sound Disorders. American Journal of Speech-Language Pathology. Vol. 22, pp.173-184, doi: 0.1044/1058-0360(2012/12-0022)
Speech Sound Disorders-Articulation and Phonology όπως ανακτήθηκε από https://www.asha.org/practice-portal/clinical-topics/articulation-and-phonology/
Ακολουθηστε μας