Διαταραχές άρθρωσης
Με τον όρο διαταραχή άρθρωσης, αναφερόμαστε στη δυσκολία παραγωγής των φωνημάτων που παραμένουν μετά τη φυσιολογική ηλικία κατάκτησης των φωνημάτων. Συνήθως, τα παιδιά μπορεί να αντικαθιστούν με άλλα φωνήματα πχ. σέλω-θέλω, να παραλείπουν φωνήματα πχ. εα- έλα, να απλοποιούν συμπλέγματα τιβώ-τρίβω. Οι δυσκολίες αυτές μπορεί να οφείλονται σε αδυναμία των μυών και των νεύρων που σχετίζονται με την άρθρωση, π.χ. αδύναμη γλώσσα, δυσκολία ανύψωσης της γλώσσας ή σε προβλήματα στη δομή των οργάνων της άρθρωσης.
Δυσαρθρία
Η δυσαρθρία είναι μια κινητική διαταραχή του λόγου και είναι αποτέλεσμα παράλυσης, αδυναμίας και έλλειψης συγχρονισμού των μυών της ομιλίας. Τα συμπτώματα που περιλαμβάνει είναι δυσκολίες στην αναπνοή, φώνηση, ηχηρότητα, άρθρωση και προσωδία. Οι αιτίες που τη δημιουργούν συνήθως έχουν νευρολογικό υπόβαθρο και μπορεί να είναι ένα εγκεφαλικό επεισόδιο, μια κρανιοεγκεφαλική κάκωση, ένας όγκος, ένα σύνδρομο, η νόσος του Πάρκινσον. Υπάρχουν διάφορα είδη δυσαρθρίας όπως η σπαστική, «χαλαρή», αταξική, εξωπυραμιδική, μικτή.
Τραυλισμός
Ο τραυλισμός είναι μια διαταραχή της ροής της ομιλίας. Χαρακτηρίζεται από διακοπτόμενη ροή ομιλίας λόγω επαναλαμβανόμενων μπλοκαρισμάτων στη ροή του λόγου, επαναλήψεων ή επιμηκύνσεων ήχων στην αρχή ή τη μέση της λέξης. Συχνά συνοδεύονται από αντανακλαστικές συσπάσεις του προσώπου ή του σώματος και σε ορισμένες περιπτώσεις από απώλεια βλεμματικής επαφής και απώλεια ελέγχου του ρυθμού της αναπνοής. Τα αίτια του τραυλισμού συνήθως είναι είτε ψυχογενή ή ανευρίσκονται στο επιβαρυμένο οικογενειακό ιστορικό.
Ταχυλαλία
Η ταχυλαλία είναι μια διαταραχή ροής του λόγου. Στην ταχυλαλία, η άρθρωση δεν είναι καθαρή και χαρακτηρίζεται από συχνές εισπνοές και ακατάστατο ρυθμό στην εκφώνηση των λέξεων. Η ομιλία έχει ένα γρήγορο ρυθμό, οι λέξεις προφέρονται βιαστικά, παραποιημένα και έχουν ως αποτέλεσμα, η ομιλία να μη γίνεται πλήρως κατανοητή και η επικοινωνία να είναι δύσκολη. Οι επιπτώσεις της ταχυλαλίας στο άτομο δεν περιορίζονται μόνο στην προφορά, αλλά συχνά επεκτείνονται και στον γραπτό λόγο, ο οποίος μπορεί να παρουσιάσει μία άστατη εικόνα με παραλείψεις γραμμάτων και παραποίηση λέξεων.
Επιλεκτική αλαλία
Η επιλεκτική αλαλία είναι μια διαταραχή που συναντάται κυρίως στην παιδική ηλικία και χαρακτηρίζεται από τη δυσκολία του ατόμου να επικοινωνήσει και να αλληλοεπιδράσει με άτομα που δεν γνωρίζει ή κάτω από συγκεκριμένες καταστάσεις. Τα άτομα αυτά επικοινωνούν με τους οικείους τους, αλλά πολλές φορές παρουσιάζουν φοβία προς την ομιλία, την κοινωνική αλληλεπίδραση. Συνήθως συστήνεται παραπομπή σε Λογοθεραπευτή και Ψυχολόγο όπου αξιολογούνται βασικοί τομείς, όπως το νοητικό επίπεδο, η αντίληψη και η κατανόηση του λόγου κ.α.. Σημαντική είναι και η απόκλιση άλλων διαταραχών που παρουσιάζουν κοινά συμπτώματα με την Επιλεκτική Αλαλία.
Δυσφωνίες
Οι δυσφωνίες αποτελούν διαταραχή της φωνής λόγω παθήσεων του λάρυγγα. Οι δυσφωνίες παρατηρούνται στη σχολική ηλικία σε ποσοστό 5% - 40%. Τα αγόρια είναι πιο επιρρεπή σε σχέση με τα κορίτσια. Οι δυσφωνίες στα παιδιά μπορεί να είναι συγγενείς ή επίκτητες, όπως σε περιπτώσεις λαρυγγικού ιστού, κύστες των φωνητικών χορδών, θηλωμάτων του λάρυγγα και πολυπόδων. Η συχνότερη αιτία δυσφωνιών στα παιδιά είναι τα φωνητικά οζίδια. Ως πιθανότερα αίτια αναφέρονται η φωνητική κατάχρηση και το τραύμα. Τα κύρια συμπτώματα φωνής μπορεί να είναι η βραχνάδα, η τραχύτητα και η πιεσμένη φωνή, ενώ μπορεί να επηρεαστούν η ένταση και το ύψος της φωνής.
Αφασία- Νευρολογικές διαταραχές
Η αφασία είναι μια νευρολογική διαταραχή που επηρεάζει την επικοινωνία. Χαρακτηρίζεται από την απώλεια της ομιλίας και μπορεί να συνοδεύεται από απώλεια της ικανότητας κατανόησης του προφορικού ή γραπτού λόγου. Η αφασία μπορεί να είναι μόνιμη ή προσωρινή. Οφείλεται σε βλάβες στο λοβό του εγκεφάλου που είναι υπεύθυνος για τον λόγο. Η αφασία στις περισσότερες περιπτώσεις εκδηλώνεται ξαφνικά και ο ασθενής δυσκολεύεται ή αδυνατεί να περιγράψει και να καταλάβει. Το εγκεφαλικό επεισόδιο και ο τραυματισμός της κεφαλής είναι οι κυριότερες αιτίες της αφασίας που εμφανίζεται ξαφνικά.
Φωνολογική διαταραχή
Η Φωνολογική διαταραχή σχετίζεται με δυσκολία στην αντίληψη, επεξεργασία και οργάνωση των ήχων που υπάρχουν στο φωνολογικό μας σύστημα με αποτέλεσμα η ομιλία να είναι δυσκατάληπτη. Για να κάνουμε τη διάγνωση, θα πρέπει να απορριφθεί η ύπαρξη νευρολογικής ή ανατομικής διαταραχής. Οι δυσκολίες που παρατηρούνται στην άρθρωση είναι λόγω ανωριμότητας ή διαταραχής του φωνολογικού συστήματος. Τα λάθη που κάνουν τα παιδιά μοιάζουν με αυτά της αρθρωτικής διαταραχής, όπως αντικαταστάσεις, παραλείψεις, απλοποιήσεις, αλλά οφείλονται σε διαφορετική αιτία.
Ειδική γλωσσική διαταραχή
Η Ειδική Γλωσσική Διαταραχή (S.L.I.) είναι ένα είδος αναπτυξιακής γλωσσικής διαταραχής όπου υπάρχει καθυστέρηση στη γλωσσική ανάπτυξη και δεν οφείλεται σε άλλες αιτίες, όπως κώφωση, αυτισμός, νοητική υστέρηση ή ό,τι άλλο μπορεί να αιτιολογήσει μια γλωσσική καθυστέρηση. Τα παιδιά με Ειδική Γλωσσική Διαταραχή συνήθως αρχίζουν να μιλούν περίπου στην ίδια ηλικία με τα φυσιολογικά παιδιά, αλλά σημειώνουν πιο αργή πρόοδο. Συνήθως, στο ιστορικό τους υπάρχει μια μικρή χρονολογική καθυστέρηση στην απόκτηση γλωσσικών οροσήμων (π.χ. πρώτη λέξη, πρώτη φράση) και γενικότερα έχουν ένα πιο βραδύ ρυθμό ανάπτυξης. Κάποια από τα χαρακτηριστικά των παιδιών αυτών είναι ότι σε φωνολογικό επίπεδο, εμφανίζουν αντικαταστάσεις φωνημάτων, παραλείψεις, μεταθέσεις κ.α. Συχνά καθυστερούν να «καθαρίσουν» την ομιλία τους, αργώντας να προφέρουν σωστά όλους τους φθόγγους και αργούν να κατανοήσουν τις χρονικές έννοιες (“χτες” και “αύριο”, “πριν” και “μετά”). Σε σημασιολογικό επίπεδο, ο λόγος παρουσιάζει στοιχεία ανωριμότητας και είναι άμεσα συνδεδεμένος με το παρόν, κάτι το οποίο δείχνει τη δυσκολία στην ανάκληση πληροφοριών, συμβολική και αφαιρετική σκέψη. Μπερδεύουν μεταξύ τους λέξεις με κοντινές σημασίες, όπως το “μακρύς” με το “ψηλός”, το “έφαγα” με το “έχω φάει”. Σε πραγματολογικό επίπεδο δυσκολεύονται να διατηρήσουν θέμα συζήτησης ή να μεταβούν ομαλά σε ένα καινούριο θέμα. Δυσκολία έχουν στο να ζητάνε και να δίνουν διευκρινίσεις. Σε συντακτικό επίπεδο έχουν μικρό μήκος πρότασης σε σχέση με την ηλικία τους. Χρησιμοποιούν τους γραμματικούς κανόνες πιο απλουστευμένους σε σχέση με τα συνομήλικα άτομα. Ακόμα παραλείπουν άρθρα, συνδέσμους, προθέσεις.
Διάχυτη αναπτυξιακή διαταραχή
Η Διάχυτη αναπτυξιακή διαταραχή είναι μια διαταραχή που συνήθως περιλαμβάνει ποιοτικές δυσκολίες στην κοινωνική και συναισθηματική κατανόηση, έχει δυσκολίες στον τρόπο επικοινωνίας και στη γλώσσα, περιορισμένο και στερεότυπο ρεπερτόριο δραστηριοτήτων και ενδιαφερόντων. Στις Διάχυτες Αναπτυξιακές διαταραχές βάσει DSM-V περιλαμβάνονται ο Αυτισμός, το σύνδρομο Asperger, το σύνδρομο Rett, η παιδική αποδιοργανωτική διαταραχή και η Διάχυτη μη καθοριζόμενη.
Μορφοσυντακτικές Δυσκολίες
Ως μορφοσυντακτικές δυσκολίες ορίζονται οι δυσκολίες του παιδιού ως προς τον χειρισμό της γλώσσας σε επίπεδο μορφολογίας και σύνταξης. Τα παιδιά συχνά κάνουν λάθη μορφολογικά, όπως να παραλείπουν τα άρθρα ή να αλλάζουν τα άρθρα, πχ. ο μπάλας, ή ακόμη και να χρησιμοποιούν λάθος ρηματικό τύπο σε σχέση με το πρόσωπο ή τον χρόνο, π.χ. εγώ έπαιξες. Επιπλέον, πολλές φορές εμφανίζουν δυσκολία στην σύνταξη του λόγου, π.χ. χρησιμοποιούν απλές προτάσεις και καθόλου δευτερεύουσες, κάνουν συχνή χρήση του παρατακτικού «και», με αποτέλεσμα ο λόγος τους να μοιάζει με τον λόγο παιδιού μικρότερης ηλικίας.
Σημασιολογική - Πραγματολογική Διαταραχή
Η Σημασιολογική - Πραγματολογική διαταραχή είναι μια διαταραχή που η δυσκολία επικεντρώνεται σε σημασιολογικό επίπεδο και πραγματολογικό επίπεδο. Τα άτομα αυτά έχουν δυσκολίες στην κατανόηση αφηρημένων εννοιών, λέξεων που αναφέρονται σε συναισθήματα και συγκινήσεις, ιδιωματισμών, μεταφορών και παροιμιών, τα οποία αντιλαμβάνονται με την κυριολεκτική τους σημασία, της κεντρικής ιδέας μιας πρότασης ή συζήτησης με αποτέλεσμα να αλλάζουν το θέμα της συζήτησης. Ακόμα δυσκολεύονται στην κατανόηση της αρχής και της εναλλαγής σειράς σε έναν διάλογο, συχνά μπορεί να διακόπτουν τον συνομιλητή τους και άλλες φορές να σιωπούν σε ακατάλληλες στιγμές ή να μιλούν με πολύ χαμηλή ή έντονη φωνή. Μπορεί να μιλούν για θέματα που δεν τραβούν την προσοχή του συνομιλητή τους, να μακρηγορούν και να «χάνονται» σε πολλές λεπτομέρειες, με αποτέλεσμα ο συνομιλητής τους να χάνει το ενδιαφέρον του, χωρίς να έχουν επίγνωση για την ακατάλληλη αυτή συμπεριφορά τους και έτσι, να δείχνουν σαν να είναι αγενείς. Ο ρόλος του λογοθεραπευτή είναι να κάνει έγκαιρη αξιολόγηση των αδυναμιών και των δυνατοτήτων του παιδιού, ώστε να οργανώσει ένα εξατομικευμένο θεραπευτικό πρόγραμμα, με στόχο την ομαλή ένταξη του παιδιού στο κοινωνικό του περιβάλλον.
Ακολουθηστε μας