Παιδιά με ειδικές μαθησιακές δυσκολίες είναι δυνατόν να εμφανίσουν συναισθηματική αστάθεια στη μαθησιακή τους πορεία. Με τον όρο «συναισθηματική αστάθεια» εννοούμε τις έντονες διακυμάνσεις στη διάθεση του ατόμου και την αλληλουχία συναισθηματικών εξάρσεων, όπως εναλλαγή σε θυμό και γέλιο σε καταστάσεις δυσανάλογες με αυτό που πραγματικά συμβαίνει.
Στο σχολικό και οικογενειακό περιβάλλον, η ανάπτυξη του συναισθήματος της αυτοαντίληψης είναι συνάρτηση όχι μόνο των ακαδημαϊκών επιδόσεων, αλλά και της εικόνας που ο μαθητής διαμορφώνει για τον εαυτό του σε σχέση με τους υπόλοιπους συμμαθητές του ή ακόμα και με τα αδέλφια του. Κατανοώντας ότι οι συνομήλικοι στην τάξη επιτυγχάνουν σε δοκιμασίες, ενώ εκείνος όχι παρά την προσπάθεια που καταβάλλει, τότε διαμορφώνει μία αρνητική αυτοαντίληψη και έλλειψη εμπιστοσύνης στις ικανότητες.
Κατ’ επέκταση ένα παιδί που παρουσιάζει συναισθηματικές δυσκολίες λόγω των ειδικών μαθησιακών του δυσκολιών μπορεί να:
- φαίνεται απόμακρο και να δυσκολεύεται να αναπτύξει υγιείς διαπροσωπικές σχέσεις με συνομηλίκους,
- φαίνεται αρνητικό στο να αναλάβει πρωτοβουλία ή να ολοκληρώσει σχολικές δραστηριότητες,
- γίνεται επιθετικό, αναπτύσσοντας ένα μηχανισμό άμυνας για να προστατέψει την αυτό-εικόνα του και να καλύψει την ανάγκη του για επίδειξη υπεροχής σε κάποιο τομέα.
- παρουσιάζει στοιχεία διάσπασης ή/και υπερκινητικότητας,
- να επαναπαύεται στη διάγνωση που έχει δοθεί ως δικαιολογία αποφυγής οποιασδήποτε προσπάθειας.
Παράγοντες που συμβάλλουν στην εκδήλωση της συναισθηματικής αστάθειας είναι αρκετές φορές οι υψηλές προσδοκίες των γονέων, η πίεση να ανταποκριθούν στη σχολική ύλη και η χαμηλή αυτο-εικόνα λόγω των συχνών ματαιώσεων που βιώνουν παρά τις προσπάθειες που καταβάλλουν. Συνεπώς το περιβάλλον έχει ενίοτε καθοριστικό ρόλο στην εμφάνιση, εδραίωση και αντίστοιχα αντιμετώπιση των συναισθηματικών δυσκολιών του παιδιού.
Η βοήθεια σε αυτόν τον μαθητή είναι συνάρτηση της δυναμικής του σχολείου – μαθητή – οικογένειας. Στην τάξη, ο εκπαιδευτικός από τη μία πρέπει να έχει στο μυαλό του να διαμορφώσει διαφορετικά τον τρόπο διδασκαλίας του με σαφείς οδηγίες και συχνή ενθάρρυνση της προσπάθειας και απ’ την άλλη να διαμορφώσει ένα θετικό κλίμα αποδοχής προς τον μαθητή, συμβάλλοντας στην επίλυση προβλημάτων διαπροσωπικών σχέσεων, αλλά και κοινωνικής προσαρμογής του παιδιού μέσα στην τάξη, καθώς είναι το κύριο πρόσωπο αναφοράς. Παράλληλα, οι γονείς θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα ενισχυτικοί με το παιδί σε κάθε προσπάθεια, να το στηρίζουν, να το καθοδηγούν και να το επιβραβεύουν για τη διάθεση που επιδεικνύει. Σημαντικό είναι στην περίπτωση αυτή να αποστασιοποιηθούν από τη διαδικασία της μελέτης του και να αφιερώσουν χρόνο σε εξωσχολικές δραστηριότητες έτσι, ώστε να τονωθεί η αυτοπεποίθησή του. Το παιδί το ίδιο, αναγνωρίζοντας τις δυσκολίες του τόσο τις μαθησιακές όσο και τις συναισθηματικές και σε συνεργασία με τους αντίστοιχους ειδικούς υγείας, θα μάθει να θέτει μικρούς, ρεαλιστικούς και πραγματοποιήσιμους στόχους. Σημαντική είναι η ψυχοεκπαίδευσή του για βελτίωση της οργάνωσης αλλά και ενίσχυση της αυτο-εικόνας του.
Η συμβουλευτική γονέων, αφ΄ενός σε θέματα διαχείρισης των προβληματικών συμπεριφορών και η θετική τροποποίησή τους και η κατανόηση και συνεργασία με τον εκπαιδευτικό αφ΄ετέρου ,συμβάλλουν σταδιακά στη μείωση της συναισθηματικής έντασης που βιώνει καθημερινά ο μαθητής μέσα στην τάξη.